ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, ΔΕΝ ΠΕΡΙΜΕΝΩ ΟΜΩΣ ΤΙΠΟΤΕ ΠΙΑ*

Αυτή, τελικά, είναι και η μεγαλύτερη νίκη του συστήματος. Το ότι κάποιοι κατάφεραν να πείσουν μια ολόκληρη κοινωνία ότι η πολιτική είναι ίδια με την αδιάκοπη δημαγωγία, το ψέμα, τη διαπλοκή, τη διαφθορά, τη γελοιότητα

«Ναι αλλά είναι δικιά μας η ζωγραφιά, μπορούμε να τη φτιάξουμε ό,τι χρώμα θέλουμε», ήταν η απάντηση της βαφτιστήρας μου, κοντά στα πέντε τότε, όταν, σε ερώτησή της τι χρώμα να φτιάξουμε το δέντρο στη χριστουγεννιάτικη ζωγραφιά, με τη βεβαιότητα του ενήλικα της υπέδειξα πως τα δέντρα είναι πράσινα. Υπενθυμίζοντάς μου πόσο πιο καθαρά σκέφτονται τα παιδιά πριν ενταχθούν σ’ ένα εκπαιδευτικό σύστημα που, αντί να τους ανοίγει ορίζοντες, τα γεμίζει «βεβαιότητες» ή γίνουν κομμάτι μιας κοινωνίας που τους επιβάλλει έναν τρόπο σκέψης ο οποίος τις περισσότερες φορές ελάχιστα διαφέρει από τον απόλυτο παραλογισμό.

Ακριβώς αντίθετη είναι μονίμως η αντίδραση φίλων όποτε η κουβέντα οδηγείται στην πολιτική κατάσταση στη χώρα. Κάθε συζήτηση για τη διαφθορά, τη διαπλοκή, την ασυδοσία, τα σκάνδαλα πάντα κλείνει με τη φράση «έτσι είναι η πολιτική». Αυτή ήταν η κατάληξη συζήτησης με φίλους όταν ο Νίκος Χριστοδουλίδης προλάβαινε σε λιγότερο από έξι μήνες να αναιρέσει κάθε μια από τις προεκλογικές του δεσμεύσεις, γέμιζε το Προεδρικό με συγγενείς και φίλους και τους ανεξάρτητους θεσμούς με όσους βρέθηκαν στο επιτελείο του. Αυτή ήταν η κατάληξη όταν ο ΔΗΣΥ τοποθετούσε εαυτόν στην αντιπολίτευση, κρατούσε όμως βολικά υπουργούς ως μέλη του και βουλευτές του πηγαινοέρχονταν στο Προεδρικό. Αντιπολιτευόταν τον εαυτό του και συγκυβερνούσε ως κομμάτι της αντιπολίτευσης. Όταν το ΑΚΕΛ κατέτασσε ως πρώτιστο το Κυπριακό, έσπευδε όμως σε κάθε εκλογική διαδικασία να διεκδικήσει συνεργασίες με το απορριπτικό μέτωπο. Ίδια ήταν η κατάληξη όταν η ΕΔΕΚ απέρριπτε τον προϋπολογισμό, νομιζόμενη ότι περνά και τον υπερψήφιζε όταν συνειδητοποιούσε πως δεν μας έπαιρνε ή όταν ο Νικόλας Παπαδόπουλος χαρακτήριζε τη διακυβέρνηση του ΔΗΣΥ ως την πιο διεφθαρμένη και στη συνέχεια εξέφραζε την ετοιμότητά του να συνεργαστεί με το κόμμα της δεξιάς στο νέο κυβερνητικό σχήμα. Ίδια όταν Πρόεδρος και Υπουργικό δήλωναν ότι ο τρόπος που δίνεται η ΑΤΑ είναι άδικος και δημιουργεί στρεβλώσεις αλλά πρόβαλλαν ως τεράστιο επίτευγμα τη συνέχιση παροχής της ως είχε, κερδίζοντας παράλληλα οι ίδιοι ενώ έχαναν όλοι οι άλλοι. Ίδια όταν κυβέρνηση και Βουλή προχωρούσαν σε μείωση των δήμων λόγω υπερβολικού αριθμού και κόστους αλλά αύξαναν τους αξιωματούχους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και διπλασίαζαν το κόστος. Ίδια κάθε φορά που οι συντεχνιακοί εξαργύρωναν τις κομματικές τους προσβάσεις με σκανδαλώδεις μισθούς και εφάπαξ εκτός κάθε λογικής, κάθε φορά που η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση έμπαινε στο περιθώριο για να μην ενοχληθούν οι εκπαιδευτικοί, όποτε ανεξάρτητοι θεσμοί γίνονταν παιχνίδι στα χέρια της εξουσίας και όποτε η κυβέρνηση μετέτρεπε τον κρατικό μηχανισμό σε κυβερνητικό. Μ’ έναν εκπληκτικό τρόπο, η άρνηση του πολιτικού συστήματος να λειτουργήσει με λογική και τρόπο ωφέλιμο για την κοινωνία, πάντοτε, εντασσόταν στο πλαίσιο των πολιτικών πραγματικοτήτων.

Αυτή είναι τελικά και η μεγαλύτερη νίκη του συστήματος. Μαζί και η πιο τρανταχτή δική μας ήττα. Το ότι κάποιοι κατάφεραν να πείσουν μια ολόκληρη κοινωνία ότι η πολιτική είναι ίδια με την αδιάκοπη δημαγωγία, το ψέμα, τη διαπλοκή, τη στείρα εικόνα, τη γελοιότητα, με οτιδήποτε άλλο δηλαδή πέραν της παραγωγής πολιτικής. Κυρίως, όμως, πως αυτό το κατάντημα δεν είναι απλά αναπόφευκτο αλλά λίγο-πολύ και επιβεβλημένο. Ότι είναι εντάξει τα συντεχνιακά «κεκτημένα» να ιεραρχούνται πάνω από τις βασικές ανάγκες ευάλωτων ομάδων. Ότι είναι αποδεκτό ο Πρόεδρος να προωθεί νομοθεσίες και να δίνει αυξήσεις στον ίδιο και τους υπουργούς του. Ότι είναι αναγκαίο κακό οι βουλευτές να συμμετέχουν στη Βουλή ως εκπρόσωποι των γραφείων τους. Ότι δεν πειράζει ο Αρχιεπίσκοπος να «διορίζει» τον υπουργό Παιδείας (κρατώντας στον μεσαίωνα την εκπαίδευση) και να λειτουργεί ως να είναι πάνω από τον νόμο, κατεδαφίζοντας και χτίζοντας όπου και ό,τι θέλει. Πως το επίπεδο της πολιτικής είναι αισχρό, ο τρόπος λειτουργίας της κοινωνίας είναι άδικος, αλλά τι να κάνουμε; Έτσι είναι. Θα ζήσουμε με αυτό. Επειδή πολιτική είναι διαφθορά, όπως τα δέντρα είναι πράσινα.

Η χώρα και ο τρόπος διακυβέρνησής της, όμως, είναι η δική μας ζωγραφιά. Γι’ αυτό και σε αυτή θα έπρεπε να έχουν θέση όσα εμείς θεωρούμε ότι θα πρέπει να έχουν. Ο κάθε πολίτης να διεκδικεί από την ίδια αφετηρία, το κράτος να δουλεύει για τους πολλούς και η παιδεία να αποτελεί όχημα για αλλαγή όσων μας ενοχλούν και όχι για διασφάλιση συνέχισής τους. Οι πραγματικότητες να μην δικαιολογούν, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, η πολιτική να είναι συνώνυμη με το ψέμα. Η ασυδοσία και διαπλοκή να μην αντιμετωπίζονται ως αναγκαίο κακό. Η πολιτική να μπορεί να είναι και ηθική. Για έναν ανεξήγητο λόγο έχουμε εδώ και χρόνια κρύψει τα μολύβια καλά στο συρτάρι και αφήσαμε κάποιους, λίγους, στον δικό μας καμβά να φτιάχνουν τη δική τους ζωγραφιά. Με τη βεβαιότητα του κηδεμόνα να αποφασίζουν για τα χρώματά της. Κάθε τέλος της χρονιάς αναζητούμε τα θετικά που μας αφήνει και κάθε φορά απαριθμούμε και λιγότερα. Ελάχιστα περιμένουμε, σε ακόμα πιο λίγα προσβλέπουμε. Το «νέο» δεν διαφαίνεται πουθενά. Διότι αυτό απαιτεί σχέδιο, σύγκρουση με το παλιό, ηθικό πολιτικό δυναμικό, ανεξάρτητους θεσμούς, παιδεία σε σύγχρονες ράγες. Αντίθετα, η άποψη ότι τίποτε δεν δουλεύει μετατρέπεται καθημερινά σε πεποίθηση πως το παραμύθι της αλλαγής κρύβει πολλά τέρατα ακόμη.

*Τίτλος τραγουδιού του Φοίβου Δεληβοριά

Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στις 22.12.24

Πηγή: ΧΡΙΣΤΟΎΓΕΝΝΑ, ΔΕΝ ΠΕΡΙΜΈΝΩ ΌΜΩΣ ΤΊΠΟΤΕ ΠΙΑ*