ΤΑ ΕΘΝΙΚΆ ΜΑΣ ΛΎΜΑΤΑ

 πό την εποχή της σύλληψης της ιδέας του έθνους, η ανθρωπότητα -κυρίως στη Δύση- άρχισε να κινείται σ’ ένα νέο πεδίο αντίληψης του κράτους με όρους αόριστους, αλλά και καινούργιους, όπως η ομαδοποίηση των ανθρώπων και των κοινωνιών βάσει της γλώσσας ή της θρησκείας.

Στην προσπάθεια – διαδικασία εθνοποίησης των μαζών, τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά μετατράπηκαν σε εθνικά, έτσι ώστε να δημιουργηθεί η αίσθηση και η συνείδηση του ανήκειν ή του συνανήκειν. Ο τρόπος ζωής, η θρησκεία, η γλώσσα, η εκπαίδευση, τα μνημεία, το έδαφος κ.ά. πέρασαν στην υπηρεσία του δημοσίου – πολιτικού λόγου και καταδίκασαν τις κοινωνίες με ισόβια «ανωτερότητα», κυρίως των Δυτικών έναντι των άλλων. Έτσι, η εθνική συνοχή και η ιδέα του έθνους χρειάζονταν κάτι για να ριζώσουν· την υπεροχή, την οποία θα πετύχαιναν με την επιθετικότητα απέναντι σε άλλα έθνη, σε άλλες ομάδες. Διότι, η σύλληψη του δικού μας έθνους προϋποθέτει την ύπαρξη άλλων, για να υπάρχει εκείνος ο εχθρός, εκείνος ο βάρβαρος που αναφέρει ο Καβάφης.

Τα σταθερά και πραγματικά χαρακτηριστικά (αυτά που βλέπουμε δηλαδή), της πολιτιστικής κληρονομιάς (μνημεία κ.ά.), έγιναν ρευστά και χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες της διαφοροποίησης και ανωτερότητας από τους άλλους. Συνεπώς, ο Παρθενώνας από ένα ιστορικό μνημείο πολιτισμικής ταυτότητας μετατρέπεται σε αυτό που «δώσαμε εμείς στους άλλους, τους κατώτερους» ή σε εκείνο το εθνικό μνημείο όπου βρίσκουμε καταφύγιο, θέλοντας να ξεφύγουμε από τη σημερινή μιζέρια της απάτης και της διαφθοράς. Η επίκληση στην αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό που «δώσαμε» δίνει μια ψευδαίσθηση ενότητας, αλλά και ένωσης με το παλιό, με αυτό που ήταν κάποτε σπουδαίο και δεν είχε κανείς «παρά μόνο εμείς».

Η ιδέα του έθνους και κατ’ επέκταση του εθνικισμού προσφέρει απλόχερα την παραπλάνηση και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι γιγαντώνεται σε περιόδους κρίσης, κυρίως οικονομικής.

Τα ακροδεξιά και εθνικιστικά κόμματα αντικαθιστούν τα πραγματικά προβλήματα με τις αφηρημένες, πλην καλοδουλεμένες έννοιες της εθνικής συνοχής και της ανωτερότητας, φέρνοντας παράλληλα στην επιφάνεια και τον εχθρό που είναι απαραίτητος. Διότι κανείς δεν είναι ανώτερος, αν δεν έχει κάποιον άλλον απέναντί του· όπως συμβαίνει με τους μαύρους, τους μουσουλμάνους, ακόμα και με τους σεξουαλικώς «παρεκκλίνοντες».

Το φαντασιακό ελκύει, και σήμερα η φαντασία οργιάζει. Ο Τραμπ, ο Μασκ, η Λεπέν και κάποιοι άλλοι ποντάρουν στο αφήγημα αυτό, και σε κάποιο βαθμό το έχουν τελειοποιήσει καθώς έχουν τα τεχνολογικά μέσα και το απαραίτητο κεφάλαιο, ιδίως στην περίπτωση των ΗΠΑ. Τώρα, το όρος Ράσμορ μπορεί να σκαφτεί και να αλλοιωθεί, έτσι όπως τσιμεντώθηκε η Ακρόπολη, διότι σημασία έχει ο μύθος και όχι καθαυτό το μνημείο.

Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στις 05.02.2025

Πηγή: ΤΑ ΕΘΝΙΚΆ ΜΑΣ ΛΎΜΑΤΑ