| ΚΥΠΡΙΑΚΟ |ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ

ΤΑ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΚΛΑΔΟΣ ΕΛΑΙΑΣ

ENGLISH (ΑΓΓΛΙΚΑ) TÜRKÇE (ΤΟΥΡΚΙΚΑ)

Ζούμε στην πατρίδα μιας τραγωδίας. Ένας τόπος που ποτίστηκε με αίμα και βίωσε τρόμο ανείπωτο. Δυόμισι χιλιάδες πλάσματα μαρτύρησαν και δολοφονήθηκαν το 1974, σε αυτό το πανέμορφο νησί. Περί τις δυόμισι χιλιάδες αιχμαλωτίστηκαν και περί τους χίλιους μεταφέρθηκαν σε φυλακές της Τουρκίας για μήνες ενώ, εκ των τραγικότερων πτυχών της τραγωδίας αυτής είναι οι βιασθείσες, «ων ουκ έστιν αριθμός», διότι η αντίληψη της πολιτείας τότε ήταν να τις κρύψουμε γιατί μας πρόσβαλαν! Ήταν και οι 120,000 πρόσφυγες που εκδιώχθηκαν από τα σπίτια και τις περιουσίες τους, από το 34% του βορείου τμήματος του νησιού. Είναι και το 18% του πληθυσμού Τουρκοκύπριοι που υπό την απειλή του στρατού εισβολής μεταφέρθηκαν στο βόρειο τμήμα του νησιού. Εκείνο το τμήμα του πληθυσμού βίωσε εκφοβισμό στη δεκαετία πριν την τουρκική εισβολή και είχε και 300 αγνοούμενους, από το 1963 μέχρι το 1974. Αγνοούμενους είχε και η ελληνοκυπριακή πλευρά την ίδια περίοδο, περί τους 42 ενώ από το 1974 οι Ελληνοκύπριοι αγνοούμενοι αριθμούσαν περί τους 1510 και οι Τουρκοκύπριοι περί τους 492. Αν ληφθεί υπόψη ότι ο πληθυσμός του νησιού δεν ξεπερνούσε τις 800,000 γίνεται αντιληπτό το μέγεθος της τραγωδίας. Και γίνεται αντιληπτό από τους ανθρώπους που πέραν μιας στοιχειώδους μόρφωσης έχουν αντίληψη ότι η ζωή είναι μόνο μια στιγμή στην αιωνιότητα. Για τούτο τα στιγματισμένα από μια τέτοια τραγωδία πλάσματα έχουν χάσει εκείνη τη στιγμή μέσα από το χαμό, του παιδιού τους, του συζύγου και του αδελφού τους αλλά και των πατρογονικών τους εστιών, που στην ουσία δεν είναι η περιουσία τους αλλά ο κόσμος τους ολόκληρος.

Τώρα πια μετράμε 50 χρόνια από τότε και «οι πάνω» ζουν σε μια κοινωνία διαβρωμένη από τη διαφθορά, απομυζώντας από το δημόσιο πλούτο ή και από τις περιουσίες που «έχασαν» τους ιδιοκτήτες τους το 1974, τις διάφορες έξυπνες στρεβλώσεις, όπως «το δίκαιο της ανάγκης» και το λαθρεμπόριο. «Οι κάτω» διαρκώς διολισθαίνουν στη φτωχοποίηση μέσα από ένα τέλμα που τους έφτιαξαν «οι πάνω», όπως το χρηματιστήριο, τα κουρέματα και τα κόκκινα δάνεια, την ίδια ώρα που πνίγονται στον πόνο του νεκρού και του αγνοούμενου τους και του χαμένου χωριού τους… Τις προάλλες μου το θύμισε ένας φίλος, «ως άρθρο συγκλονιστικό», ένα ρεπορτάζ που είχα γράψει παλαιότερα με τίτλο, «επωνύμου πατρός ουδείς» και αναφερόταν στο συγκλονιστικό όντως γεγονός ότι ανάμεσα στους νεκρούς και τους αγνοούμενους του 1974 δεν υπάρχει γόνος επώνυμης οικογένειας. Διότι όλοι είχαν φροντίσει να φύγουν από την Κύπρο πριν από τις 15 Ιουλίου. Το Σάββατο 20 Ιουλίου, σαν χθες, ήταν μέρα τρόμου για μέγεθος του κακού που ερχόταν αλλά και για το κακό που βιώσαμε, άνθρωποι όπως εγώ που βίωσα το αλγεινό πρόσωπο του φασισμού με τέσσερις νεκρούς να πέφτουν πάνω μου τη Δευτέρα 15 Ιουλίου από σφαίρες πραξικοπηματιών, στη Λάρνακα. Την ώρα που ζητάμε από τη διεθνή κοινότητα να αποδοθεί δικαιοσύνη για την Κύπρο, πενήντα χρόνια από το πραξικόπημα με γνωστούς τους φονιάδες και ουδείς φρόντισε να αποδοθεί δικαιοσύνη για τους τέσσερις της Λάρνακας καθώς και για άλλους πολλούς. Η κάθαρση είναι ένα κεφάλαιο που ποσώς συμφέρει στους «πάνω» οι οποίοι έχουν κάμει το στάτους κβο επιχείρηση και μια ενδεχόμενη λύση εντελώς ανεπιθύμητη.

Τους είδατε χθες, όλους μέσα στα κοστούμια τους και με τις ομιλίες τους γραμμένες από τα επιτελεία τους, να μιλούν για απελευθέρωση και δικαίωση των νεκρών μας. Ξέρετε πόσοι είναι οι νεκροί μας; Κανένας δεν ξέρει! Ούτε πόσοι ήταν οι αιχμάλωτοι, ούτε και οι αγνοούμενοι. Πόσες ήταν οι τραγικές βιασθείσες, ξέρετε; Πόσοι σκοτώθηκαν στην Τηλλυρία, ξέρει κανείς; Ουδείς γνωρίζει. Ας απαιτήσει ο Πρόεδρος ή η Βουλή να μάθουμε τα νούμερα. Ντροπή δεν είναι, μισό αιώνα μετά, να μην ξέρουμε ποιοι έδωσαν τη ζωή τους για μας;

Από την άλλη μεριά, στην παρέλαση των «νικητών», «οι πάνω» (οι δικοί τους) διακήρυτταν ότι αυτό που κερδήθηκε με αίμα δεν θα δοθεί πίσω με συνομιλίες. Όμως «οι κάτω», τα αδέλφια του αγαπημένου μας Ζεκί Μπεσιχτεπελί καθώς πίναμε ζιβανία στη μνήμη του την περασμένη Κυριακή, μας εξομολογούνταν την αγάπη τους για το χωριό τους, την Μελάνδρα της Πάφου.

Διάβασα το φίλο μου Σενέρ Λεβέντ, την Τετάρτη που έλεγε για την Αϊσέ Γκιουνές, κόρη του τότε υπουργού εξωτερικών της Τουρκίας Τουράν Γκιουνές, καθηγήτρια του Τεχνικού Πανεπιστημίου Μέσης Ανατολής εδώ και 47 χρόνια. Ήταν 19 χρονών το 1974, λέει. Ο πατέρας της ήταν στη Γενεύη. Έστειλαν ένα μήνυμα στον Γκιουνές από την Τουρκία, λέει. «Να πάει διακοπές η Αϊσέ;» Και εκείνος απάντησε με κρυπτογράφημα: «Η Αϊσέ να πάει διακοπές». Μόλις πήρε αυτό το κρυπτογράφημα ο Ετζεβίτ έδωσε διαταγή στο γενικό επιτελείο: «Η επιχείρηση να αρχίσει το πρωί». Κι άρχισε η δεύτερη φάση της εισβολής, η πλέον άγρια. Η 69χρονη Αϊσέ, λέει: «Ήρωές της (εισβολής) είναι ο πατέρας μου Τουράν Γκιουνές, ο Μπουλέντ Ετζεβίτ και φυσικά οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις». Για τούτα νιώθει περηφάνεια η 69χρονη καθηγήτρια Αϊσέ! Τι τάχα να διδάσκει στους φοιτητές της, τη σπουδαιότητα του πολέμου;
Ας δούμε τι γράφει ο Πλουτής Σέρβας , για τις ώρες που έκριναν τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής στις 14 Αυγούστου 1974 (Κυπριακό-Ευθύνες Τόμος Γ’ Αθήνα 1985, Εκδόσεις Σ. Βογιατζή & ΣΙΑ. Σελ. 372,373). «Θα ήταν παράλογο να θεωρηθεί ότι μια έγκαιρη προσφυγή στις καλές υπηρεσίες του Γ.Γ. του ΟΗΕ δεν θα ανέκοπτε τη δεύτερη τουρκική επέλαση εφόσον οι επιταγές του ψηφίσματος 353 ήταν τόσο συγκεκριμένες. Τον δρόμο προς τα εκεί, τον φώτιζαν οι προηγούμενες παρεμβάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας, που είχαν αρχίσει την επομένη του πραξικοπήματος. Άλλωστε γιατί η απόφαση που κατά τα ξημερώματα είχε πάρει ο Μπίτσιος, (μετά τα απεγνωσμένα τηλεφωνήματα του Μαύρου για να «καταθέσει νέα προσφυγή στον ΟΗΕ»), δεν είχε ληφθεί προηγούμενα, εφόσον από τις 10 Αυγούστου είχε διαφανεί προς τα πού πορευόταν ο Γκιουνές». Τελικά η ελληνική πλευρά άργησε 4 μέρες να υποβάλει σχετική προσφυγή. Και ο Σέρβας καταλήγει: «Διαφανής είναι η αμέλεια της μη έγκαιρης προσφυγής στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Οδήγησε κατ’ ευθεία στη συμφορά. Γι’ αυτό καμιά δικαιολογία δεν χωρεί. Ούτε συγχώρεση. Αυτό το λάθος ήταν το τελευταίο στον κόμβο της σωρείας των λαθών, πουν είχαν αρχίσει, το ένα αμέσως ύστερα από το άλλο, μετά από τις δονήσεις της τρελής πρωταπριλιάς του 1955, για να φτάσουν την αυγή της 14 Αυγούστου 1974, που επέτρεψε στην Άγκυρα να απλώσει την στρατοκρατική κυριαρχία της στα 37% της Κυπριακής γης.».

Για τούτο, αγαπητέ Πρόεδρε Νίκο Χριστοδουλίδη, ο κλάδος ελαίας που ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ορθά έτεινε όπως είπατε στις 15 Ιουλίου, όπως συνηγορούν τα γεγονότα, επινοήθηκε για να καλυφθεί η σωρεία των λαθών που οδήγησαν κατ’ ευθείαν στη συμφορά και να καλυφθούν οι δικοί μας αυτουργοί.

Πηγή: ΤΑ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΚΛΑΔΟΣ ΕΛΑΙΑΣ

Share:
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΡΑΣΧΟΣ | ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
Ο Ανδρέας Παράσχος γεννήθηκε στη Λάρνακα το 1958. Έζησε τα παιδικά του χρόνια σε μια μικτή ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή γειτονιά, στην ταραχώδη περίοδο μέχρι το 1967. Φοίτησε στην Αμερικανική Ακαδημία Λάρνακας, στην ίδια τάξη με Τουρκοκύπριους συμμαθητές - μια εμπειρία αρκετά σημαντική και πολύ χρήσιμη στην μετέπειτα δημοσιογραφική του λειτουργία. Σπούδασε διεθνής δημοσιογραφία στη Μόσχα όπου μέχρι το 1987 έζησε κοσμοϊστορικές αλλαγές στη χώρα. Επιστρέφοντας στην Κύπρο, εργάστηκε με διάφορες ιδιότητες σε εφημερίδες (Έμπρος, Φιλελεύθερος, Πολίτης, Καθημερινή), σε ραδιοφωνικούς σταθμούς (Ράδιο Super, Τρίτο Πρόγραμμα του ΡΙΚ), καθώς και σε τηλεοπτικά κανάλια (ΑΝΤ1, ΑΛΦΑ). Το 1995 άρχισε να ερευνά το μεγάλο ανθρωπιστικό ζήτημα των αγνοουμένων της Κυπριακής Τραγωδίας, που συνεχίζει μέχρι και σήμερα. Από το 2021, λειτουργεί ως ανεξάρτητος δημοσιογράφος και συνεχίζει να γράφει την κυριακάτικη στήλη του στην εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ