| ΠΟΛΙΤΙΚΗ |ΠΟΛΙΤΗΣ

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΕΛΥΣΕ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ

ENGLISH (ΑΓΓΛΙΚΑ) TÜRKÇE (ΤΟΥΡΚΙΚΑ)

«Θέλω να απολογηθώ σε αυτούς που έβρισκα στον δρόμο και μου έλεγαν είσαι τελειωμένος, θα σε φάνε, και τους διαβεβαίωνα μην ανησυχείτε, δεν είμαστε Βενεζουέλα. Ήμουν ειλικρινής. Αυτό πίστευα». Με αυτό τον τρόπο ο τέως πλέον Γενικός Ελεγκτής τοποθετήθηκε ενώπιον των εργαζομένων της υπηρεσίας μετά την απόφαση για παύση του από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο. Ήταν μια απόφαση που έκλεισε μια μακρά θεσμική κρίση. Επιβεβαίωσε όμως παράλληλα και την παρατεταμένη κρίση στην οποία βρίσκεται εδώ και χρόνια η χώρα.

Πέραν του λεκτικού, της ίδιας της απόφασης αλλά και των τεράστιων πολιτικών προεκτάσεων που αυτή κουβαλά, όπως φάνηκε αν μη τι άλλο και από τις αντιδράσεις, αυτό που ξεχώρισε ήταν ο τρόπος που η απόφαση έγινε κομμάτι του δημόσιου διαλόγου. Ο οποίος επιβεβαίωσε την αδυναμία της κοινωνίας και των πολιτικών να διαχειριστούν τον ρόλο τους στη Δημοκρατία. Η έλλειψη μέτρου χάθηκε για μια ακόμα φορά για έναν άνθρωπο ο οποίος ποτέ δεν έδειξε να διαθέτει το χάρισμα του μέτρου.

Για κάποιους, ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης, ήταν η προσωποποίηση του κράτους δικαίου. Στο πρόσωπό του, ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας βρήκε τον άνθρωπο που μπορούσε να σταθεί ανάχωμα στο σύστημα, αυτόν που ήταν έτοιμος να τα βάλει με το κατεστημένο σε μια χώρα η οποία χαρακτηρίζεται από απουσία χρηστής διοίκησης και ασυδοσία. Ως τέτοιος, αναδείχθηκε και ως ο μόνος που διέθετε το ηθικό ανάστημα και την ικανότητα να ηγηθεί της χώρας. Γι’ αυτούς η παύση Οδυσσέα αποτέλεσε και το τέλος της Δημοκρατίας μας. Την απόλυτη επικράτηση του συστήματος διαφθοράς. Σύστημα στο οποίο ενέταξαν -συμπεριλαμβανομένων πολιτικών- και ολόκληρο το δικαστικό σώμα. Το οποίο επίσης ήταν σε εντεταλμένη υπηρεσία για να απελευθερώσει το σύστημα από τον βραχνά του οποιοδήποτε ελέγχου ώστε να συνεχίσει ανενόχλητο την άλωση των πάντων. Όπως και για τον Γενικό Ελεγκτή, η απόφαση αυτή ήταν η απόδειξη ότι γίναμε Βενεζουέλα.

Για άλλους, ένα μικρότερο κομμάτι, ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης ήταν ό,τι χειρότερο ανέδειξε αυτή η χώρα σε επίπεδο αξιωματούχων. Δεν ήταν απλά υπερβολικός, δυσάρεστος και προβληματικός για την εικόνα του θεσμού. Ήταν ο άνθρωπος που από μόνος του, με την όλη συμπεριφορά του, οδήγησε τους θεσμούς σε ανυποληψία και τη χώρα σε θεσμική κρίση. Για αυτούς η παύση του επανέφερε την τάξη και την εύρυθμη λειτουργία των θεσμών. Τη Δημοκρατία.

Είναι δυνατόν όμως από μόνο του ένα άτομο ή ένας θεσμός να μπορεί να θωρακίσει ή να καταλύσει τον έλεγχο και το κράτος δικαίου; Κι αν ναι, ή έστω αν αυτό πιστεύει ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, τι λέει αυτό για τη Δημοκρατίας μας;

Παρά τα όσα του προσάπτονται, ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης άφησε ένα θετικό πρόσημο. Δεν είναι τυχαίο ότι από την πλειοψηφία θεωρήθηκε ως ο άνθρωπος που για μια 10ετία προστάτευε την κοινωνία από την ασυδοσία του συστήματος. Για πολλούς αναμόρφωσε τη δημόσια υπηρεσία. Για άλλους, όπως για τη στήλη, ο Γενικός Ελεγκτής -με όλα τα ελαττώματά του- ήταν ένα αναγκαίο κακό σε μια χώρα όπου κανένας δεν δείχνει διάθεση να αγγίξει τα κακώς έχοντα. Ήταν ο άνθρωπος άλλωστε που ανέδειξε το θέμα με το τερματικό, το οποίο σήμερα ερευνά η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία – όταν η όποια κρητική αντιμετωπιζόταν ως υπονομευτική για τα συμφέροντα της χώρας. Ήταν αυτός που έσπευσε να πει ότι δεν δικαιολογείτο η καταβολή κάποιων δεκάδων επιπλέον εκατομμυρίων βάσει του συμβολαίου όταν ο Γενικός Εισαγγελέας συναινούσε. Ήταν αυτός που έβγαλε το σκάνδαλο του ΣΑΠΑ. Κυρίως, ήταν ο άνθρωπος που κατέστησε την ανάγκη ελέγχου κεντρικό κομμάτι του δημόσιου διαλόγου.

Την ίδια στιγμή, όμως, πολλές φορές, λειτούργησε με τρόπο που δεν συνάδει με τον θεσμό του Γενικού Ελεγκτή. Εμμονές όπως αυτή για τη μετακίνηση των παιδιών του Νίκου Χριστοδουλίδη ή για τις τουαλέτες στο Προεδρικό δεν έβγαλαν απλά εμπάθεια, αλλά κόστισαν στο τέλος της ημέρας στο κράτος πόρους και χρήματα. Μπήκε σε δημόσιες κόντρες με πολιτικούς και πολίτες, ενώ, πολλές φορές αξιοποιώντας τον θεσμό, προσπάθησε να επιβάλει τις δικές του πολιτικές αντιλήψεις. Όπως τότε με την εκδήλωση στη Σαλαμίνα, όταν μετέτρεψε ένα γεγονός καθαρά πολιτικό που ως στόχο είχε την επαναπροσέγγιση των κοινοτήτων σε κεντρικό ζήτημα διασπάθισης δημοσίου χρήματος. Η δε επιλογή του μετά την παύση του, να αφήσει ξεκάθαρες αιχμές ενάντια και στο δικαστικό σώμα και να αναδείξει εαυτόν ως τον μόνο που μπορεί να φέρει την κάθαρση, επιβεβαίωσε εν μέρει και τα όσα καταγράφονται στο σκεπτικό της απόφασης.

Ήταν λοιπόν τουλάχιστον αμετροεπές, από πλευράς της Βουλής η επιλογή για στάση εργασίας προς τιμή του Οδυσσέα. Και απόλυτα επικίνδυνος λαϊκισμός η επιχειρούμενη από μέρους βουλευτών ισοπέδωση της δικαιοσύνης. Και ήρθαν ως επιβεβαίωση της απουσίας του οποιουδήποτε ορθολογισμού τη στιγμή που ομάδα πολιτών έσπευδε να αναγάγει τον Οδυσσέα στον άνθρωπο που θα πρέπει να αποτελέσει τον επόμενο Πρόεδρο.

Όπως εκτός πραγματικότητας ήταν και η επιχειρούμενη ολική αποκαθήλωση του έργου του, στην οποία έσπευσαν να προβούν ο περίγυρος του Προεδρικού και Αναστασιάδη και οι οπαδοί του συστήματος. Χτίζοντας για τον ίδιο μια εικόνα που δεν ανταποκρίνεται στη θητεία του. Και χρεώνοντάς του ολόκληρη τη θεσμική κατάπτωση. Διότι, μπορεί να συνέβαλε με τη στάση και τις παρεμβάσεις του στην καχυποψία της κοινωνίας, στη διάβρωση των θεσμών όμως προφανώς και δεν οδήγησε αυτός. Αυτή είχε ως αφετηρία ξεκάθαρα τη 10ετία Αναστασιάδη η οποία μετέτρεψε την αίσθηση που επικρατούσε μέχρι τότε σε πεποίθηση ότι το σύστημα εξυπηρετούσε τον εαυτό του. Κυρίως όμως την ατιμωρησία. Όπως δεν ήταν ούτε ο κύριος υπεύθυνος για την απαξίωση της Γενικής Εισαγγελίας, στην οποία οι επικεφαλής της, την οδήγησαν. Οι οποίοι ενώ κουβαλούσαν το βαρίδι του διορισμού τους από τον άνθρωπο που στα μάτια της κοινής γνώμης ταυτίστηκε με τη διαφθορά, ενώ είχαν να διαχειριστούν την καχυποψία της κοινωνίας ως προς την προθυμία τους να ελέγξουν, λόγω και της σχέσης που διατηρούσαν με τον τέως Πρόεδρο, τη δεκαετία του, έκαναν τα πάντα για να την επιτείνουν. Με δημόσιες κοινές εμφανίσεις στα μπουζούκια, δηλώσεις όπως εκείνη του Γιώργου Σαββίδη ότι τους συνδέει στενή φιλία με τον Νίκο Αναστασιάδη και την υπερβολή με την οποία ο Γενικός Εισαγγελέας έκανε χρήση του δικαιώματος που του δίνει το Σύνταγμα κλείνοντας υποθέσεις και στέλνοντας το μήνυμα της απόλυτης αυθαιρεσίας. Ούτε ήταν αυτός που διαμόρφωσε την εχθρική κοινή γνώμη. Ανέβηκε στο κύμα της οργής και του λαϊκισμού – παρά το δημιούργησε. Έστησε -όπως λέχθηκε- λαϊκά δικαστήρια, έκανε όμως και την κοινωνία πιο υποψιασμένη. Ήταν μια φωνή που -έστω και επιλεκτικά- ανέδειξε ζητήματα και κράτησε την εμπιστοσύνη των θεσμών υψηλά.

Αυτό που θα έπρεπε να τίθεται προς συζήτηση σήμερα είναι αν η λειτουργία των θεσμών καθίσταται καλύτερη με την παύση του Οδυσσέα Μιχαηλίδη. Κι αν η απαξίωση μειώνεται με την απομάκρυνσή του. Αφού όμως τα ερωτήματα αυτά είναι αυταπάντητα, αυτό που οφείλουμε να κάνουμε είναι, μακριά από την ποδοσφαιροποίηση των πάντων, να δούμε ως πολιτικό σύστημα και κοινωνία τι θεσμούς θέλουμε, πώς μπορεί η παύση ενός αξιωματούχου να θεωρείται το τέλος του ελέγχου από μέλη ενός θεσμού μάλιστα που είναι επιφορτισμένος με την ευθύνη ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας, ποιος είναι ο ρόλος της Βουλής σε αυτή τη χώρα, αν μπορεί αυτή η Γενική Εισαγγελία την οποία, θέλοντας και μη, θα έχουμε και το επόμενο διάστημα να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου. Κι αν μπορεί τελικά αυτός ο Πρόεδρος που για μια ακόμα φορά ήταν θεατής των γεγονότων -και στην πορεία μέχρι την κορύφωση της σύγκρουσης αλλά και μετά ακόμα την ολοκλήρωση της διαδικασίας- να μετατραπεί κάποια στιγμή σε Πρόεδρο.

Διότι υπάρχει και η επόμενη μέρα. Η οποία δεδομένα θα δοκιμάσει τα όρια και τις αντοχές της Δημοκρατίας μας. Όσο προβληματικό είναι ότι έχουμε ήδη βρει τον επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας άλλο τόσο προσβλητικό είναι ότι κανείς δεν μπορεί να υποδείξει ποιος θα αναλάβει από αύριο το βάρος του ελέγχου. Και αυτό δεν είναι απλά χαρακτηριστικό μιας χώρας σε κρίση. Είναι επιβεβαιωτικό μιας χώρας που καταρρέει.

Πηγή: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΚΑΤΕΛΥΣΕ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΔΙΚΑΙΟΥ

Share:
ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΟΛΥΔΩΡΟΥ | ΠΟΛΙΤΗΣ
Ο Αντώνης Πολυδώρου σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο του Essex και έκανε το μεταπτυχιακό του στα Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο του Bath. Έχει συμμετάσχει σε αριθμό μελετών ως συνεργάτης στο Universite Libre de Bruxelles (ULB) και στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Κύπρου κυρίως σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Αρθρογραφει στην εφημερίδα «Πολίτης» τα τελευταία 10 χρόνια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ