ENGLISH (ΑΓΓΛΙΚΑ) TÜRKÇE (ΤΟΥΡΚΙΚΑ)
Δεν μπορεί να διαφωνήσει κανείς με την εκτίμηση του ειδικού αντιπροσώπου του ΓΓ του ΟΗΕ στην Κύπρο, Κόλιν Στιούαρτ, ότι αυτή τη στιγμή στην Κύπρο, «υπάρχει ένα πολιτικό αδιέξοδο σε σχέση με το Κυπριακό και πως οι θέσεις των δυο πλευρών απέχουν πραγματικά πολύ μεταξύ τους». Μιλώντας την Πέμπτη στο Cyprus Forum, με θέμα «Συμπερίληψη: Απελευθερώνοντας τη δύναμη της διαφορετικότητας» («Inclusivity: Unleashing the power of diversity»), ο κ. Στιούαρτ δεν έκρυψε καθόλου την απαισιοδοξία του, τονίζοντας ότι αυτή τη στιγμή οι δυο πλευρές, «δεν μπορούν καν να συμφωνήσουν σε τι θα αφορούν οι συνομιλίες για λύση, αλλά και για τις συνθήκες για επάνοδο στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».
Οι διαφορές
Μέχρι το δείπνο στο Κραν Μοντανά οι δύο πλευρές συζητούσαν πάνω στο κοινό πλαίσιο Γκουτέρες, το οποίο έφερε την Κύπρο στο τελευταίο χιλιόμετρο κατά την άποψη του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ πριν τη λύση. Η αδυναμία/απροθυμία των δύο πλευρών να καταλήξουν οδήγησε την τ/κ πλευρά στην απόφαση να επιχειρήσει αλλαγή της βάσης της λύσης. Δεν μιλά πλέον η τουρκική πλευρά για λύση ομοσπονδίας, αλλά για την αναγνώριση της κυριαρχικής ισότητας των Τ/Κ, που φτάνει μέχρι και την αναγνώριση δύο κρατών. Βεβαίως, τίποτε συγκεκριμένο πέραν τούτου δεν λέγεται, με αποτέλεσμα ακόμα και τα Ηνωμένα Έθνη να μην γνωρίζουν τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας. Η Κύπρος ανήκει ολόκληρη ως χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν οι Τουρκοκύπριοι προχωρήσουν σε ανακήρυξη ανεξάρτητου κράτους ποια μορφή θα πάρουν οι σχέσεις τους με την ΕΕ; Από την άλλη, αν επιδιώκουν λύση δύο κρατών γιατί η Τουρκία δεν ξεκινά καμπάνια αναγνώρισης του ψευδοκράτους από τρίτες χώρες; Κάποιοι απαντούν ότι η Τουρκία δεν βιάζεται να ξεκαθαρίσει τα πράγματα αφού ο χρόνος εργάζεται υπέρ της.
Η ε/κ πλευρά μετά τη στροφή της Τουρκίας και του κ. Τατάρ, και παρά τις παλινδρομήσεις του Προέδρου Αναστασιάδη, εκ του ασφαλούς σήμερα ομνύει πίστη σε λύση ομοσπονδίας. Ζητά, μάλιστα, να ξεκινήσουμε από το σημείο που έμειναν οι διαπραγματεύσεις στο Κραν Μοντανά. Βεβαίως, η αξιοπιστία του κ. Αναστασιάδη σε σχέση με το Κυπριακό στα Ηνωμένα Έθνη και στην ΕΕ έχει πλέον πιάσει πάτο. Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σύμφωνα με ξένη διπλωματική πηγή, «δεν εκτίμησε και συνεπώς δεν διερεύνησε τουλάχιστον μέχρι τέλους την κολοσσιαία προσπάθεια που ανέλαβαν τα Ηνωμένα Έθνη με τη συμπαράσταση της ΕΕ από το 2015 για λύση του Κυπριακού, κατά τη διάρκεια της οποία η Τουρκία είχε στριμωχτεί σε σημείο που ξεκίνησε να συζητά κατάργηση της συνθήκης εγγυήσεων του 1960». Ο κ. Αναστασιάδης, όλοι στην Κύπρο πλέον το γνωρίζουν, επέλεξε μέσα από την επανεκλογή του το 2018 να υπηρετήσει περισσότερο το προσωπικό και οικογενειακό του συμφέρον παρά το συμφέρον της πατρίδας.
Οι εκλογές
Όλοι κατανοούν ότι η συζήτηση του Κυπριακού καθίσταται επιπλέον δυσχερής και λόγω εκλογών. Η Κύπρος ήδη βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο για τις Προεδρικές του Φεβρουαρίου του 2023, η Ελλάδα επίσης θα έχει εκλογές την άνοιξη του 2023 και, βεβαίως, η Τουρκία βρίσκεται σε μίσ μακρά προεκλογική εκστρατεία ενόψει των εκλογών του ερχόμενου Μαίου.
Το κλίμα στην κυριολεξία δυναμιτίζεται αυτή την περίοδο κυρίως από τον Ταγίπ Ερτογάν, ο οποίος βλέπει για πρώτη φορά από το 2001 τα ποσοστά του κόμματός του να συρρικνώνονται και τις προοπτικές επανεκλογής του να περιορίζονται. Από τη στάση Ερτογάν, βέβαια, βολεύονται και άλλοι. Η επιλογή του Τούρκου Προέδρου να ανεβάζει τους πολιτικούς τόνους καταφεύγοντας σε εθνικιστική ρητορική κατά της Ελλάδας και της Κύπρου δείχνει ότι μπορεί να συγκρατεί κάποια από τα ποσοστά του, τα οποία βλέπει να φυραίνουν λόγω οικονομικής κρίσης. Φαίνεται ότι οι εθνικιστές του Μπαχτσελί παραμένουν στο πλευρό του Ερντογάν ενόσω τον ακούνε να απειλεί την Ελλάδα ότι θα επιτεθεί νύκτα, ότι θα καταλάβει νησιά και ότι θα εφαρμόσει κατά το δοκούν τη Συνθήκη της Λωζάνης.
Το ανέβασμα των τόνων, από την άλλη, προφανώς ευνοεί και τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην Ελλάδα, ο οποίος επί καθημερινής βάσεως απαντά στους Τούρκους πολιτικούς και στρατιωτικούς επιτελείς, εμφανίζοντας την Ελλάδα έτοιμη να δώσει τον υπέρ πάντων αγώνα για προάσπιση της ελευθερίας της. Με τον ελληνικό λαό να αποπροσανατολίζεται από τα οικονομικά του προβλήματα και κυρίως να ξεχνά το μεγάλο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, το οποίο είχε τη δυνατότητα να βυθίσει τον Πρωθυπουργό και τη Νέα Δημοκρατία στα τάρταρα.
Οι υψηλοί τόνοι και το αδιέξοδο στο Κυπριακό ευνοούν και τον Πρόεδρο Αναστασιάδη ο οποίος δεν επιθυμεί να μπει σε καμιά διαδικασία συζήτησης μέχρι το τέλος της θητείας του. Το όλο παιχνίδι είναι χρήσιμο -με τον κ. Πρόεδρο να σηκώνει ενίοτε το γάντι, όπως π.χ. έκανε στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ- αφού έστω για λίγο κάποιοι ξεχνούν τα οικονομικά σκάνδαλα με τα οποία βαρύνεται αυτός και η διακυβέρνησή του.
Εν κατακλείδι, η προπαγάνδα ευνοεί τον Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος φαίνεται να έχει υποχωρήσει στις δημοσκοπήσεις. Το κλίμα φόβου και επίδειξης πατριωτικών αντανακλαστικών ευνοεί στην Αθήνα τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος επιχειρεί να αναδειχθεί σε εθνικό ηγέτη και κορυφαίο statesman, και σίγουρα βολεύει στη Λευκωσία τον Πρόεδρο Αναστασιάδη ο οποίος επικαλούμενος τις ακραίες δηλώσεις της Άγκυρας επιχειρεί να εξοστρακίσει τις ευθύνες του για τη μη επίλυση του Κυπριακού. Αυτή η ανεύθυνη τακτική, βέβαια, από πλευράς όλων δεν αποκλείεται να οδηγήσει ακόμα και σε κάποιο τραγικό ατύχημα για ολόκληρη την περιοχή.
Το ερώτημα
Τίθεται, βέβαια, και ένα ερώτημα: Παρότι είναι ευδιάκριτη η τακτική υιοθέτησης υψηλών τόνων από όλες τις πλευρές, υπάρχουν πιθανότητες το πολιτικό παιχνίδι που στήθηκε ενόψει εκλογών να εκτραπεί και να μας προκύψει κάποιο θερμό επεισόδιο; Είναι αλήθεια ότι κανένας δεν το αποκλείει, αν και όλοι συμφωνούν σε κάτι. Ότι στο τρίγωνο Αθηνών-Αγκυρας-Λευκωσίας ο αδύναμος κρίκος είναι η Κύπρος. Ως συνήθως, τα τελευταία χρόνια η Κύπρος πληρώνει τα σπασμένα.
Ο Ερντογάν ούτως ή άλλως βολεύεται με όλα τα ενδεχόμενα, ακόμα και από την πολιτική που ασκεί σήμερα η συμμαχική του Ρωσία. Η προσάρτηση, αρχικά της Κριμαίας και προχθές του Ντονμπάς από τον Πούτιν μετά από ένα δημοψήφισμα, είναι πάντα ένας καλός οδηγός πλεύσης για την Άγκυρα. Αν, βέβαια, το σενάριο προσάρτησης της βόρειας Κύπρου στην Τουρκία δεν είναι τελικά βολικό, υπάρχει πάντα η ΑΟΖ της Κύπρου και η Πράσινη Γραμμή, σημεία τα οποία μπορούν να παράγουν κρίση και να ανεβάσουν τους τόνους.
Απομακρύνεται
Η εκτίμηση Κόλιν Στιούαρτ ότι πέρα από τη δυσμενή προοπτική για συνομιλίες αυτό που διακυβεύεται είναι κατά πόσον μπορεί να υπάρξει μία αμοιβαία αποδεκτή φόρμουλα για επανένωση του νησιού είναι, επίσης, σωστή. Είναι αλήθεια ότι μετά την εκκωφαντική αποτυχία των διαπραγματεύσεων στο Κραν Μοντανά το 2017, η προοπτική επανένωσης της χώρας ξεθωριάζει και «δεν θα είναι διαθέσιμη για πολύ ακόμα».
Αυτό που κρατά σήμερα σε επαφή τις δύο κοινότητες είναι κάποια ένθεν και ένθεν του οδοφράγματος πλεονεκτήματα για όλους. Οι Ε/Κ επισκέπτονται μαζικά τον Βορρά όχι να συνάψουν σχέσεις και να συνεργαστούν με τους Τ/Κ, αλλά για να βάλουν στα αυτοκίνητά τους φθηνότερα καύσιμα και να αγοράσουν σε καλύτερες τιμές είδη σούπερ μάρκετ. Οι Τ/Κ ευνοούνται από την προσφορά εργασίας στον Νότο και τους καλύτερους μισθούς, οι οποίοι όταν ξοδεύονται στον Βορρά σαφέστατα και μπορούν να θεωρούνται και ως βασιλικοί.
Την ίδια στιγμή, βέβαια, υπάρχουν και οι συνήθεις ύποπτοι. Δηλαδή οι Ε/Κ και Τ/Κ επαναπροσεγγιστές και φίλοι οι οποίοι παλεύουν ώστε να αλλάξει η νοοτροπία των μαζών, αλλά χωρίς καταλυτικής σημασίας αποτελέσματα μέχρι στιγμής. Είναι δύσκολοι οι καιροί για επαναπροσεγγιστές και η περίπτωση Σουτζή μιλά από μόνη της. Υπάρχουν και οι τεχνικές επιτροπές οι οποίες λειτουργούν κυρίως προς την κατεύθυνση της επίλυσης προβλημάτων, με προεξάρχουσα αυτήν του Πολιτισμού και της αποκατάστασης μνημείων, η οποία πραγματικά χτίζει γέφυρες και επικοινωνίας, αλλά κυρίως αλληλοσεβασμού μεταξύ των δύο κοινοτήτων της χώρας μας.
Τι μπορεί να γίνει;
Είναι σχεδόν σίγουρο ότι μέχρι τις εκλογές σε Κύπρο και Τουρκία, με πολιτικό προσωπικό προδιαγραφών Ερντογάν, Τατάρ και Αναστασιάδη, δεν υπάρχει προοπτική για έναρξη σοβαρών διαπραγματεύσεων ούτε μία στο εκατομμύριο.
Η Τουρκία θα μπορούσε να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μετά τις εκλογές αν τα γεωπολιτικά δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή το ευνοούν. Η κρίση στην Ουκρανία η οποία δεν αναμένεται να λήξει σύντομα θα υποχρεώσει την Τουρκία σταδιακά να επιλέξει στρατόπεδο. Το σενάριο να παίζει μεσοπρόθεσμα με όλους, όλο και περισσότερο δυσκολεύει. Αν θέλει να παραμείνει στο Δυτικό Στρατόπεδο, να ενταχθεί σε μία νέα διαχείριση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου και να ασκήσει τον περιφερειακό οικονομικό της ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, μάλλον θα χρειαστεί να προχωρήσει σε μία ουσιαστική εξομάλυνση σχέσεων με χώρες όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, το Ισραήλ, η Συρία και η Αίγυπτος.
Αν επιλέξει να κινηθεί με χώρες όπως η Ρωσία, το Ιράν, η Κίνα, τότε επιλέγει λογικές power politics οι οποίες οδηγούν σε μόνιμες αντιπαραθέσεις και σαφέστατα όχι σε επίλυση προβλημάτων.
Η στροφή προς δυσμάς κάποιοι εκτιμούν θα ήταν η επικρατέστερη, αν για παράδειγμα χάσει την εξουσία ο Ερντογάν και αναλάβουν οι περισσότερο δυτικόστροφοι Κεμαλιστές. Για την Κύπρο, βέβαια, τα πράγματα θα εξακολουθήσουν να είναι πάντα δύσκολα.
Πιθανότητες για ουσιαστική εμπλοκή σε διαπραγματεύσεις υπάρχουν και στην Κύπρο μετά τις εκλογές, αν στην προεδρία εκλεγούν είτε ο Αβέρωφ Νεοφύτου, είτε ο Ανδρέας Μαυρογιάννης, αν η λύση ομοσπονδίας βρεθεί ξανά στο τραπέζι. Σε περίπτωση εκλογής του Νίκου Χριστοδουλίδη τα πράγματα δυσκολεύουν, υπό την έννοια ότι αυτό θα γίνει με τη στήριξη ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ και πολλών άλλων εθνικιστικών ομάδων και παραγόντων, οι οποίοι αντιτάσσονται στη λύση Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Ήδη ο κ. Χριστοδουλίδης, ανεξαρτήτως του τι λέει δημοσίως, για να πάρει την ψήφο των δύο εθνικιστικών κομμάτων δεσμεύτηκε ότι αν προκύψουν διαπραγματεύσεις στο Κυπριακό, αυτές θα διεξαχθούν στη λογική του «μηδέν εγγυήσεις, μηδέν στρατεύματα». Με αυτή τη θέση δεν είναι εύκολο να πιεστεί η τ/κ πλευρά να επανέλθει στη λογική μιας λύσης ομοσπονδίας.