ENGLISH (ΑΓΓΛΙΚΑ) TÜRKÇE (ΤΟΥΡΚΙΚΑ)
H απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου για παύση του τότε Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας ήταν ένα σημείο καμπής για την Κύπρο σε πολύ περισσότερα πράγματα, νομίζω, από όσα φανταζόμαστε. Για τη δημοκρατία επίσης.
Όχι για την ίδια την απόφαση η οποία σχολιάστηκε θετικά και αρνητικά από έγκριτους νομικούς, όπως πρέπει. Η άποψή μου άλλωστε δεν έχει το όποιο υπόβαθρο και συνεπώς την όποια σημασία. Το κρίσιμο ήταν το τι ακολούθησε. Ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκαν τα πράγματα τα δημόσια πρόσωπα όπως και πολλοί δημοσιογράφοι ήταν ανεύθυνος έως και εγκληματικός.
Ήταν η χαριστική βολή μετά από απανωτά χτυπήματα εναντίον της Δικαιοσύνης, ενός από τα ελάχιστα πράγματα που λειτουργούν ακόμα σ’ αυτή τη χώρα. Με προβλήματα ναι. Διαδικασίας και ουσίας. Θα πρόσθετα και με αρκετά ξερά ανάμεσα στα χλωρά αν μιλάμε για την ποιότητα και το ήθος λειτουργών. Στην ίδια κοινωνία ζούμε. Αυτό που παράγουμε ως συνέχεια, άσπιλο και αμόλυντο δεν μπορεί να είναι.
Και ούτε αλλού είναι άλλωστε. Είναι ανθρώπινο πρόβλημα όσο κι αν καταφέρει κάποιος να το περιορίσει.
Όμως, η Δικαιοσύνη ήταν και παραμένει στην πραγματικότητα στο απείρως μεγαλύτερό της μέρος αυτό που θα έπρεπε να είναι: η δικλείδα ασφαλείας της κοινωνίας, η αίσθηση ότι υπάρχουν πράγματα τα οποία δεν διαπερνώνται έτσι απλά και δεν αλώνονται, όπως ο πολιτικός κόσμος λόγου χάριν, όπου η αναλογία που ισχύει είναι παρόμοια με την πιο πάνω αλλά αντιστροφή σε μεγέθη, ως προς το θετικό και το αρνητικό της κομμάτι.
Αυτό πλήγηκε, πλήγηκε καίρια και κυρίως αφέθηκε να πληγεί σε ένα κλίμα σιωπής το οποίο ερμηνεύθηκε, και λογικό ήταν, ως αμηχανία των «διεφθαρμένων» μπροστά στο θυμό της κοινωνίας, ένα θυμό τον οποίο χειρίστηκαν εμπρηστικά και πάλι κάποιοι γνωρίζοντας πολύ καλά τι έκαναν. Οι διεφθαρμένοι όμως, οι φαύλοι, οι απατεώνες, εάν διακρίνονται για κάτι είναι για την έλλειψη τσίπας και την απόλυτη αδιαφορία για το τι νομίζουν αυτοί που θυματοποιούν. Το είδος αυτό «φτιάχνεται» συνήθως και γουστάρει, νιώθει επιβεβαίωση και ικανοποίηση όταν βλέπει πως τους την έφερε. Σε λίγους και πολλούς.
Αυτό που έγινε τότε με την απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου ήταν πως εκείνοι που είχαν την κατάρτιση να τη μελετήσουν είπαν ότι ήταν μια χαρά καθώς ήταν απόλυτα τεκμηριωμένη ή ότι ήταν μεν τεκμηριωμένη αλλά ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκαν τον μετέπειτα Ρομπέν των Πελλών οι δικαστές ήταν υπερβολικός.
Σε μία κοινωνία όπου, σε χρόνο dt, όποιος είχε κάτι διαφορετικό να πει στηνόταν και στήνεται ακόμα στον τοίχο, ως πουλημένος, εχθρός της κοινωνίας, μέρος του «συστήματος», πράκτορας και δεν ξέρω εγώ τι άλλο, η σιωπή όσων έπρεπε να βρουν, αφού εκ του αποτελέσματος δεν το είχαν, το ανάστημα να σταθούν ανάχωμα στον λαϊκισμό και τελικά τον εκφασισμό της κοινωνίας και του δημόσιας συζήτησης που συντελείται, η ακάλυπτη εδώ και καιρό Δικαιοσύνη η οποία έπεσε κι αυτή.
Δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται. Μόνο που εδώ τα ξύλα δεν τα καρπώθηκαν πάντες αλλά λίγοι. Στην υγεία όλων μας.
Υπάρχει σε κάθε χώρα ένα μεγάλο μέρος του κόσμου το οποίο δεν είναι έξυπνο ή ακόμη χειρότερα δεν είναι ούτε κατά προσέγγιση τόσο έξυπνο όσο νομίζει. Οι δεύτεροι είναι πολύ πιο επικίνδυνοι από τους βλάκες. Όλοι μαζί, είναι η κινητήριος δύναμη του λαϊκισμού, μαζί με την ισοπέδωση, το στιγματισμό, τη δολοφονία υπολήψεων δι’ ασήμαντον αφορμήν πλέον.
Τίποτα δεν φοβούνται όσοι έχουν μια δημόσια παρουσία, την όποια παρουσία, περισσότερο από αυτό.
Γιατί ξέρουν ότι αυτός ο όχλος θα τους κατακρεουργήσει βασισμένος όχι στην αλήθεια αλλά στη χρήση της αληθοφάνειας την οποία οι πραγματικά φαύλοι που τον χειραγωγούν θα τη χρησιμοποιήσουν για γράψουν ιστορίες ολόκληρες στη λογική του ράβδος εν γωνία άρα βρέχει. Ακόμα και ένα αστείο από αυτά που όλοι λέμε – ή λέγαμε; – μπορεί να μετατραπεί σε… έγκλημα καθοσιώσεως και να χρησιμοποιηθεί για τη συνοπτική ακύρωση ενός ανθρώπου. Ποτέ ενός λαϊκιστή, διότι τα θύματά τους, το κοινό τους που μεγαλώνει δεν ακούει.
Και αυτοί που ακυρώνονται δεν είναι αυτοί που παίζουν με το λαϊκισμό, ούτε οι φαύλοι. Αυτοί που ακυρώνονται είναι οι υπόλοιποι. Όσο πιο γνωστοί είναι τόσο πιο εύκολη και η ακύρωσή τους. Σε μια μάλιστα κοινωνία – και αυτό είναι η ουσία όλων – η οποία κατέληξε να πιστεύει ότι όλοι είναι άχρηστοι, όλοι είναι διαπλεκόμενοι, όλοι είναι αυτά που δεν θα έπρεπε να ήταν.
Έχουμε φτάσει στο σημείο, το τραγικό σημείο η όποια αντίθετη από εκείνην που καλλιεργούν οι λαϊκιστές και οι λαοπλάνοι άποψη, να θεωρείται περιττή, να κλείνουν τα αυτιά και τα μυαλά, να μπαίνει ο κόσμος στη λογική του οπαδισμού και του όποια «μεσσία» εμφανιστεί και τους δουλέψει έξυπνα.
Η Δικαιοσύνη, λοιπόν, ήταν ένα από τα λίγα στα οποία ο κόσμος εναπόθετε κάποιες ελπίδες. Εκείνη η απόφαση έτυχε πρωτοφανούς εκμετάλλευσης και στρέβλωσης από όλους αυτούς οι οποίοι σημειώστε, γνωρίζουν και επενδύουν στο ότι η μνήμη του κόσμου ειδικά στην εποχή μας με το βομβαρδισμό πληροφοριών που δέχεται, είναι βραχύβια.
Οι αρεστές αποφάσεις των Δικαστηρίων περνούν απαρατήρητες από όλους αυτούς, πολιτικούς και άλλους και συνεπώς το κοινό τους ενώ οι μη αρεστές, οι μη ευχάριστες, οι μη ικανοποιητικές για το «λαϊκό αίσθημα», διαμορφωμένο και αυτό στο μεγαλύτερο βαθμό με τις αληθοφάνειες αυτής της φάρας της εποχής μας η οποία χρησιμοποιεί τα ένστικτα και όχι τη λογική για να «εξηγεί» τα προβλήματα και να φανατίζει, μετατρέπονται σε «απόδειξη της διαφθοράς».
Ο κόσμος ή ένα πιο σωστά ένα μεγάλο μέρος του, έχει φτάσει στο σημείο να μην ικανοποιείται ότι κι αν του δώσουν, να έχει πάντα – μόνο – κάτι αρνητικό για να πει, να πηγαίνει και να ψηφίζει τους λαϊκιστές (σ.σ. διότι όποιος διαβάσει νηφάλια λ.χ. την απόφαση για τον τέως γενικό Ελεγκτή και τα δεδομένα που εξετάστηκαν, όχι την άποψη των δικαστών, τρομάζει), να ψηφίζει το φασισταριό από δεξιά και από αριστερά, να ψηφίζει τον κάθε καραγκιόζη από το YouTube για να κάνει χάζι.
Όμως δεν καταλαβαίνει πως αυτά που γκρεμίζονται είναι αυτά που δεν μπορούμε να μην έχουμε και τα οποία δική μας ευθύνη ως πολίτες ήταν να σκεφτούμε πώς θα τα διορθώναμε.
Ο λαϊκισμός θεριεύει μέρα με τη μέρα και κουβαλάει μαζί του τους πονηρούς, τους απατεώνες, τους λαϊκιστές, τους παλαβούς, τους ρουφιάνους, ενίοτε τους αδίστακτους χωρίς όσιο και ιερό οι οποίοι στο κοινό αυτό μπορούν να πλασάρονται και σαν σπουδαίοι και τους κάθε λογής ελλειμματικούς. Νοητικά και ηθικά. Οι οποίοι εάν έμεινε και κάτι μισοκαμένο θα το κάψουν εντελώς.
Αυτό που θα έρθει δεν είναι ένας νέος κόσμος, θα είναι απλά καμένη γη. Καμένες ελευθερίες, καμένα δικαιώματα και κυρίως καμένη λογική.
Ως άκληρος δεν μπορώ να σας κρύψω την ανακούφισή μου.
Όπως βεβαίως και την απορία μου: εσείς πώς μπορείτε να το παρακολουθείτε;
Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στις 04.04.2025