| ΚΥΠΡΙΑΚΟ |Bağımsız

Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΟΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΒΓΑΛΕΙ ΤΟΥΣ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ…

ENGLISH (ΑΓΓΛΙΚΑ) TÜRKÇE (ΤΟΥΡΚΙΚΑ)

Ακριβώς όπως και πολλά άλλα μέρη ανά τον κόσμο, αυτό το μικροσκοπικό νησί της Μεσογείου δεν μπόρεσε να γλυτώσει από τον πόλεμο και τις συγκρούσεις.

Άνθρωποι που ζούσαν δίπλα-δίπλα μετατράπηκαν σε εχθρούς, έπεσαν πυροβολισμοί και άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.

Η φιλία αντικαταστάθηκε με την εχθρότητα και τα βάσανα αντικατέστησαν την ευτυχισμένη και ειρηνική ζωή.

Τόσα πολλά δεινά βίωσε αυτό το μικροσκοπικό νησί… Τόσο πόνο και τόσα δάκρυα…

Αντί να αντλήσουμε διδάγματα από τον πόνο και να καλλιεργήσουμε φιλίες, ο πόνος εργαλειοποιήθηκε και υποδαυλίστηκαν νέες έχθρες.

Ο ένας χρόνος ακολούθησε τον άλλον, αλλά με κανένα τρόπο δεν μπορούσε να βρεθεί πραγματική ειρήνη, να δημιουργηθεί λύση.

Κάποιοι πάντα έβρισκαν μια ευκαιρία να ξύσουν τις πληγές και προσπαθούσαν να τις χρησιμοποιήσουν για να διατηρήσουν την εχθρότητα μεταξύ των δύο κοινοτήτων που ζουν σε αυτό το μικρό νησί.

Δυστυχώς, πολλοί Κύπριοι έπεσαν σε αυτή την παγίδα…

Είπαμε ότι “πέθαναν άνθρωποι”, αλλά στον πόλεμο και τις συγκρούσεις, υπάρχουν και εκείνοι των οποίων οι σωροί δεν βρίσκονται ποτέ.

Λέμε πραγματικά ότι είναι νεκροί; Οι νεκροί θα είχαν ένα άψυχο σώμα, θα τους κάναμε κηδεία και θα τους θάβαμε, έτσι δεν είναι;

Πώς έπρεπε λοιπόν να αποκαλέσουμε εκείνα τα θύματα του πολέμου και των συγκρούσεων των οποίων τα σώματα δεν βρέθηκαν;

Πώς μπορεί κανείς να αποκαλεί “νεκρό” ένα άτομο του οποίου το άψυχο σώμα δεν είδε;

Τι θα κάνατε αν μια μέρα άνοιγε η πόρτα και το βλέπατε μπροστά σας και σας έλεγε: «Είμαι εδώ»;

Πώς μπορεί κανείς να θεωρήσει κάποιον “νεκρό” όταν δεν έχει δει το πτώμα του;

Επομένως, οφείλεις να κλάψεις για κάποιον του οποίου το πτώμα δεν έχεις δει, οφείλεις να θρηνήσεις γι’ αυτόν;

Το πένθος δεν επιφυλάσσεται για τους νεκρούς; Για ποιον πρέπει να θρηνήσουμε;

Αποκαλέσαμε “αγνοούμενους” εκείνους που υπήρξαν θύματα πολέμου και συγκρούσεων, αλλά των οποίων τα πτώματα δεν βρέθηκαν ποτέ.

Έκτοτε ήταν “αγνοούμενοι”, και οι δύο κοινότητες έχουν αγνοούμενους και οι δύο κοινότητες μοιράζονται την ίδια τραγωδία.

Ενώ τα αγαπημένα τους πρόσωπα τους αναμένουν με την αίσθηση ότι “ίσως μια μέρα θα περάσουν την πόρτα”, υπάρχουν άλλοι που πράγματι γνωρίζουν για την τύχη των αγνοουμένων αυτών.

Κάποιοι από αυτούς συνέβαλαν προσωπικά στην εξέλιξη αυτής της τραγωδίας, ενώ άλλοι μπορεί να μην έφταιγαν, αλλά ήταν μάρτυρες, είτε από απόσταση είτε από κοντά…

Ίσως κάποιος να είχε πει σε τρίτους για την τύχη αυτών των αγνοουμένων.

Τώρα είναι απαραίτητο όσοι διέπραξαν αυτά τα εγκλήματα, όσοι ήταν μάρτυρες από κοντά ή από μακριά και όσοι γνωρίζουν τι τους είπαν άλλοι να μιλήσουν και να μοιραστούν αυτά που γνωρίζουν.

Υπάρχουν κάποιοι που το κάνουν αυτό… Υπάρχουν εκείνοι που εντοπίζουν επιμελώς στοιχεία και καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες για να βρουν τους αγνοούμενους, παρά τα πολλά ορατά ή αόρατα εμπόδια.

Είναι επίσης γνωστό ότι κάποιοι ηγεμόνες προσποιούνται ότι “θέλουν να βρεθούν οι αγνοούμενοι”, αλλά στην πραγματικότητα δεν το θέλουν.

Το να είσαι συγγενής ενός αγνοούμενου είναι σαν να μην μπορείς να βγεις από το σκοτάδι.

Είναι δύσκολο να βγεις από αυτό το σκοτάδι χωρίς να βρεις το αγαπημένο σου πρόσωπο…

Είναι σαν ο χρόνος να λειτουργεί με δύο τρόπους για τους συγγενείς των αγνοουμένων: ο χρόνος κατά τον οποίο συνεχίζουν την κανονική τους ζωή και ένα παράλληλο χρονικό σημείο που είναι πιο επώδυνο και γεμάτο ασάφεια καθώς περιμένουν τους αγνοούμενους αγαπημένους τους.

Για όσους δεν μπορούν να βρουν τους αγνοούμενους συγγενείς τους, αυτός ο παράλληλος χρόνος δεν σταματά ποτέ και γίνεται όλο και πιο βασανιστικός όσο περνάει ο καιρός. Δεν το λέω εγώ αυτό – αυτό λένε οι συγγενείς των αγνοουμένων.

«Θα έδινα τα πάντα για να βρω το αγαπημένο μου πρόσωπο, να το θάψω, να πάω στον τάφο του και να πω: “Εδώ είναι”», είπε κάποτε ένας συγγενής αγνοούμενου.

Ένας άλλος συγγενής αγνοούμενου είπε: «Ο πόνος κάποιου που έχει χάσει ένα αγαπημένο του πρόσωπο και ο πόνος κάποιου του οποίου το αγαπημένο πρόσωπο αγνοείται δεν είναι ο ίδιος. Ο πόνος ενός συγγενή ενός αγνοούμενου είναι δεκαπλάσιος. Μόνο όταν ένα άτομο βρει το αγνοούμενο αγαπημένο του πρόσωπο μπορεί ο πόνος του να εξισωθεί με εκείνον κάποιου που έχασε το αγαπημένο του πρόσωπο».

Για τους συγγενείς των αγνοουμένων, “ο αγνοούμενος” είναι μια πληγή που δεν επουλώνεται, μια σκοτεινή άβυσσος από την οποία δεν μπορούν να βγουν.

Γι’ αυτό το λόγο συστάθηκε η Δικοινοτική Διερευνητική Επιτροπή για τους Αγνοούμενους και έγινε έκκληση σε όσους και από τις δύο κοινότητες έχουν πληροφορίες να μοιραστούν αυτά που γνωρίζουν.

Φυσικά, δεν αρκεί μόνο μια έκκληση- πρέπει κανείς να καταβάλει προσπάθεια και να ξεπεράσει τα εμπόδια. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν αφιερωθεί σε αυτόν τον σκοπό, εθελοντές οι οποίοι έχουν κάνει το σκοπό αυτό φιλοσοφία ή αποστολή της ζωής τους…

Αυτοί που πασχίζουν σκληρά για να βρουν έστω και το παραμικρό στοιχείο…

Αποκάλεσαν αυτούς τους αφοσιωμένους εθελοντές “θεραπευτές των κοινοτήτων μας”.

“Θεραπευτές των κοινοτήτων μας”, τι όμορφη και ουσιαστική προσφώνηση, τι θεϊκός τίτλος είναι αυτός.

Κατά καιρούς, αυτοί οι ήρωες εθελοντές τιμώνται. Την περασμένη Τετάρτη, πραγματοποιήθηκε στη νεκρή ζώνη μια εκδήλωση με τίτλο “Τιμούμε αυτούς που θεραπεύουν τις κοινότητές μας”.

Η εκδήλωση διοργανώθηκε από εκατό και πλέον τουρκοκυπριακές και ελληνοκυπριακές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, συνδικάτα και πολιτικά κόμματα, μετά από πρόταση της Δικοινοτικής Πρωτοβουλίας για την Ειρήνη-Ενωμένη Κύπρος, και  τιμήθηκαν με την απονομή βραβείων έξι αφοσιωμένα άτομα, τρεις Τουρκοκύπριοι και τρεις Ελληνοκύπριοι, που βοήθησαν στον εντοπισμό αγνοουμένων.

Αναμφίβολα, δεν το έκαναν αυτό για να λάβουν βραβεία – γι’ αυτούς, το βραβείο ήταν ο εντοπισμός περισσότερων αγνοουμένων μέσω της συμβολής τους.

Ωστόσο, η τιμή σε όσους επιδίδονται σε ένα τόσο όμορφο, ευγενές και ιερό έργο είναι επίσης μια πολύ ουσιαστική πράξη. Είναι ένα παράδειγμα πίστης.

Είναι σημαντικό να γνωστοποιήσουμε στους άλλους την ύπαρξη αυτών των ατόμων και να πολλαπλασιάσουμε τον αριθμό τους. Υπάρχουν ακόμη πολλοί αγνοούμενοι που πρέπει να βρεθούν.

Η Σεβγκιούλ Ουλουντάγ, μια έμπειρη δημοσιογράφος που συμμετείχε στη διοργάνωση της εκδήλωσης και μοιράστηκε μία προς μία τις ιστορίες των τιμώμενων προσώπων, και η οποία είναι μια αγαπητή συνάδελφος, είναι επίσης ανάμεσα σε αυτούς τους εθελοντές.

Δεν κάνει αυτή τη δουλειά για χάρη των βραβείων, αλλά έχει λάβει μέχρι σήμερα πολλά βραβεία για τη συμβολή της στην ανεύρεση αγνοουμένων.

Η Σεβγκιούλ Ουλουντάγ, χωρίς να χρειαστεί να κοιτάξει σημειώσεις ή χαρτιά, διηγήθηκε μία προς μία τις ιστορίες των έξι τιμώμενων ατόμων, του Δρ Ντερβίς Οζέρ, του Μιχάλη Γιάγκου Σάββα, της Λεϊλά Κιράλπ, του Κυριάκου Ανδρέου, του Μουσταφά Γκιουρσέλ και του Ανδρέα Κώστα Γούναρη.

Ένας από τους συμμετέχοντες στην εκδήλωση είπε: «Η κυρία Σεβγκιούλ έχει έρθει καλά προετοιμασμένη», αλλά εγώ έφερα αντίρρηση και τον διόρθωσα λέγοντας: «Όχι, δεν πρόκειται για την καλή προετοιμασία, η κυρία Σεβγκιούλ ζει για αυτά στα οποία αναφέρεται».

Πράγματι, η συνάδελφός μου έχει αφοσιωθεί στην ανεύρεση των αγνοουμένων – το έχει κάνει φιλοσοφία ζωής και το ζει. Στην πραγματικότητα ζει γι’ αυτόν τον σκοπό…

Εν τω μεταξύ, δόθηκε η ευκαιρία στους τιμώμενους να μιλήσουν. Ο Δρ Ντερβίς Οζέρ είπε ότι το Κυπριακό πρόβλημα θα τελειώσει μόνο όταν μάθουμε να λέμε “σ’ αγαπώ” ο ένας στον άλλο στη γλώσσα του άλλου. Είναι μια όμορφη δήλωση και γνωρίζουμε ότι υπάρχουν ακόμη και εκείνοι που δεν μπορούν να πουν αυτές τις λέξεις παρόλο που μιλούν την ίδια γλώσσα. Πράγματι, σε κάθε περίπτωση πρέπει να μπορούμε να λέμε “σ’ αγαπώ”.

Η Λεϊλά Κιράλπ ανέφερε ότι οι συγγενείς των αγνοουμένων περίμεναν τα τελευταία 50 χρόνια να ακούσουν για τους αγνοούμενους αγαπημένους τους, αλλά οι αγνοούμενοι βρίσκονταν θαμμένοι σε βαθιά πηγάδια και οι οικογένειές τους παρέμεναν στο σκοτάδι μαζί τους. Ναι, υπάρχει ανάγκη για περισσότερους “θεραπευτές των κοινοτήτων” για την επανένωση αυτών που αγνοούνται σε αυτά τα βαθιά πηγάδια με τις οικογένειές τους.

Ο Μουσταφά Γκιουρσέλ υπογράμμισε ότι ο χρόνος τελειώνει για τους αγνοούμενους, ότι το έργο μας γίνεται όλο και πιο δύσκολο, επισημαίνοντας ότι αυτοί που διέπραξαν αυτές τις θηριωδίες πεθαίνουν, αυτοί που γνώριζαν τι συνέβη πεθαίνουν, αυτοί που περίμεναν πεθαίνουν, ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες στη γη συνεχίζουν για άλλη μια φορά να κρύβουν τους αγνοούμενους και ότι υπάρχουν κακοί άνθρωποι που για άλλη μια φορά εξαφανίζουν τους αγνοούμενους μετακινώντας τα λείψανά τους από τις τοποθεσίες τους. Ο Γκιουρσέλ επεσήμανε ότι οι αγνοούμενοι μας περιμένουν σιωπηλά να επανενωθούν με τις οικογένειες και τους αγαπημένους τους, να αναπαυθούν και να έχουν έναν τάφο. «Είμαστε η φωνή τους. Απευθύνω έκκληση σε όσους έχουν πληροφορίες – παρακαλώ μιλήστε τώρα. Κάντε μια χάρη στους ανθρώπους που υποφέρουν για μια ολόκληρη ζωή. Μην θάψετε μαζί σας αυτά που γνωρίζετε. Έχετε αργήσει πολύ. Ψάχνουμε μόνο για τους αγνοούμενους, όχι για τους δολοφόνους», είπε. Είναι πραγματικά ένα κάλεσμα με νόημα…

Ο Ανδρέας Κώστας Γούναρης εξέφρασε επίσης την ευγνωμοσύνη του σε όσους τον έκριναν άξιο για αυτό το βραβείο και μετέφερε τις ευχές του για ειρήνη στην Κύπρο, ώστε να μην ξαναζήσουμε ποτέ τέτοιο πόνο. Φυσικά, δεν θέλουμε να ξαναζήσουμε τέτοιο πόνο, γι’ αυτό πρέπει να αφήσουμε στην άκρη τις τριβές, τις εντάσεις και τις αντιπαλότητες και να δώσουμε προτεραιότητα στην ειρήνη και τη φιλία.

Ο Μιχάλης Γιάγκου Σάββα έστειλε μηνύματα φιλίας, καθώς είπε ότι εργάζεται ακούραστα για την ανεύρεση των αγνοουμένων. Ο Σάββα μοιράστηκε ότι η μητέρα του συνήθιζε να τον αφήνει με την Τουρκοκύπρια γειτόνισσα τους όταν πήγαινε για δουλειά. Ανέφερε ότι η κυρία Πεμπέ, η γειτόνισσά τους, τον θήλασε. Ένα όμορφο παράδειγμα φιλίας μεταξύ Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων. Μακάρι τέτοιες όμορφες πράξεις να ήταν πάντα στο προσκήνιο, αντί για τις κακές.

Ο Κυριάκος Ανδρέου ήταν αρκετά ταπεινός για να πει: «Δεν έκανα κάτι σημαντικό, έκανα αυτό που έπρεπε να κάνω», αλλά ακόμα και αν είπε «δεν έκανα τίποτα», έχει πράγματι επιτελέσει σημαντικό έργο. Ο Κυριάκος Ανδρέου και τα άλλα πέντε ταπεινά άτομα τιμήθηκαν εκείνο το βράδυ λόγω της όμορφης καρδιάς τους.

Ήταν μια θλιβερή βραδιά, οι ομιλίες μας συγκίνησαν και μας έφεραν δάκρυα στα μάτια, αλλά και πάλι, η εκδήλωση αυτή μας έδωσε ελπίδα. Μας μετέφερε το μήνυμα ότι υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά να γίνει για τους αγνοούμενους, ότι νέοι εθελοντές μπορούν να συμμετάσχουν μαζί με αυτούς τους όμορφους ανθρώπους στον αγώνα ενάντια στο χρόνο, ότι είναι απαραίτητο να συμμετάσχουν περισσότερα άτομα και ότι ο αγώνας για την υπέρβαση των εμποδίων πρέπει να ενταθεί. Δεν χρειάζεται να είσαι συγγενής των αγνοουμένων για να αναζητήσεις τους αγνοούμενους. Απλώστε μια χείρα βοηθείας για να φέρουμε τους αγνοούμενους και τους αγαπημένους τους στο φως. Αναμφίβολα, υπάρχουν πράγματα που ο καθένας μπορεί να κάνει…

Πηγή: Ο ΚΑΘΕΝΑΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΟΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΒΓΑΛΕΙ ΤΟΥΣ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ…

 

 

Share:
ALİ BATURAY | BAĞIMSIZ
Ο Ali Baturay γεννήθηκε στο χωριό Κλαβιά (Alanici) της Λάρνακας στις 14 Οκτωβρίου 1968. Σπούδασε δημοσιογραφία. Είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών με θέμα «Νέα μέσα ενημέρωσης και αλλαγή της ειδησεογραφίας και δημοσιογραφίας στο βόρειο τμήμα της Κύπρου». Εργάστηκε στην εφημερίδα Halkın Sesi κατά την περίοδο 1986-1995, στην εφημερίδα Yenidüzen μεταξύ 1995-1998 και στην εφημερίδα KIBRIS για 22 χρόνια, από το 1998 έως το 2020. Εργάστηκε ως διευθυντής ειδήσεων, διευθύνων σύμβουλος και αρχισυντάκτης στην εφημερίδα KIBRIS. Τον Φεβρουάριο του 2020, άρχισε να εργάζεται στην ψηφιακή εφημερίδα Haber Kıbrıs ως γενικός συντακτικός συντονιστής, όπου αρθρογραφούσε καθημερινά και διετέλεσε επίσης παραγωγός ενός τηλεοπτικού προγράμματος της Haber Kıbrıs WEB TV. Από τον Ιανουάριο του 2023, εργάζεται ως αρχισυντάκτης στην ψηφιακή εφημερίδα Bağımsız.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ